Πώς φτάνει το παιδί μου στην εκμάθηση της γλώσσας;
Η αλληλεπίδραση γονέα – βρέφους είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ανάπτυξη του παιδιού καθώς οι γονείς φροντίζοντας το βρέφος, παρέχουν ερεθίσματα τα οποία συμβάλλουν στη σωματική και ψυχική του ανάπτυξη. Στη βρεφική ηλικία τα άτομα του στενού περιβάλλοντος του παιδιού, όπως η μητέρα, είναι και εκείνα που παρέχουν στο παιδί τις πρώτες επαφές και εμπειρίες με τη γλώσσα και φαίνεται ότι ο τρόπος που χειρίζεται η μητέρα τη γλώσσα επηρεάζει τη γλωσσική του ανάπτυξη και την λεκτική του επικοινωνία. Συνεπώς, η εκμάθηση της γλώσσας είναι μια εξελικτική διαδικασία που ξεκινά πολύ νωρίς και ολοκληρώνεται περίπου στην ηλικία των 7 ετών, ανάλογα με τις φωνολογικές ιδιαιτερότητες της ομιλούμενης γλώσσας.
Είναι σημαντικό να μιλάω στο μωρό μου ακόμα και πριν τη γέννηση του;
Έρευνες έχουν δείξει ότι τα νεογέννητα αναγνωρίζουν τη φωνή της μητέρας πολύ πριν από τη γέννηση τους, όταν βρίσκονται ακόμη στη μήτρα. Ακούγοντας τη φωνή μέσα στη μήτρα το βρέφος δείχνει μια μαθημένη προτίμηση για τις φωνοποιήσεις της μητέρας και τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά της φωνής της, ήδη μέσα σε λίγες ώρες μετά τη γέννηση του. Ένα έμβρυο βιώνει τη φωνή της μητέρας του φιλτραρισμένη, σαν να ακούγεται μέσα από έναν τοίχο καθώς επίσης είναι ικανό να μάθει την ομιλία της τους τελευταίους μήνες της εγκυμοσύνης έτσι ώστε αμέσως μετά την γέννηση αυτή είναι γνώριμη και προτιμάται σε σχέση με τις φωνές άλλων γυναικών. Η μητέρα και το βρέφος αλληλεπιδρούν έτσι μέσα από ένα μοτίβο προσφώνησης και απάντησης και μέσα από έναν ακριβή συγχρονισμό του ρυθμού της τρυφερής αυτής «βρεφικής» ομιλίας (Trevarthen, 1992). Το νεογέννητο βρέφος, όταν επιτυγχάνεται αυτός ο συγχρονισμός είναι εκφραστικό και ανταποκρίνεται στην προσοχή της μητέρας. Έτσι μητέρα και βρέφος συνεργάζονται ακούν ο ένας τον ήχο του άλλου και ανταποκρίνονται εναλλάξ στην ποιότητα του, δημιουργώντας έτσι μια επικοινωνία που θα λέγαμε ότι μοιάζει με ένα χορό (Trevarthen, 1992). Το βρέφος μπορεί να αναγνωρίσει ακόμα και ένα μουσικό κομμάτι που τραγουδούσε συχνά η μητέρα του ή της άρεσε να το ακούει στο ραδιόφωνο ή την τηλεόραση. Συνεπώς η ομιλία κάθε μανούλας προς το βρέφος είναι πολύ σημαντική ήδη πριν από τη γέννηση του!
Τι σημαίνει μητρική ομιλία;
Η μητρική ομιλία αποτελείται από ρυθμικές, μελωδικές και συχνά επαναλαμβανόμενες εκφράσεις, τραγουδάκια ή νανουρίσματα, που έχουν ως στόχο να εκφράσουν συναισθήματα και προθέσεις. Έχει έναν έντονο μουσικό χαρακτήρα και στη βιβλιογραφία τη συναντάμε με τον όρο διαισθητική μητρική ομιλία. Ο μουσικός αυτός λόγος δεν απαιτεί σκέψη ή συνειδητή προετοιμασία, είναι τρυφερός, αυθόρμητος και πηγάζει περισσότερο από τα κίνητρα παρά από την νόηση. Ο όρος διαισθητική μητρική ομιλία, αφορά το σύνολο των φωνητικών εκφράσεων μέσω των οποίων οι μητέρες απευθύνονται στα βρέφη τους και προβάλλουν σε αυτό τα συναισθήματα τους. Η τρυφερή ομιλία της μητέρας δείχνει τον τρόπο με τον οποίο εκείνη χαρτογραφεί τις αλλαγές στην επικοινωνία και τη συναισθηματική έκφραση του βρέφους της (Trevarthen, 2001).
Σύμφωνα με έρευνες παρατηρήθηκε ότι, όταν οι μανούλες μιλούν στα βρέφη τους χρησιμοποιούν ένα διαφορετικό τρόπο από εκείνο που χρησιμοποιούν για να επικοινωνήσουν με άλλα νήπια ή μεγαλύτερα παιδιά καθώς και με άλλους ενήλικες! Ο διαφορετικός αυτός τρόπος σχετίζεται με την χροιά της φωνής και άλλα χαρακτηριστικά της, τα οποία προσαρμόζονται στο βρέφος. Το βρέφος μπορεί να μην καταλαβαίνει λέξη προς λέξη τι του λέει η μητέρα του αλλά έχει την αίσθηση του τόνου, του ρυθμού και του χρωματισμού της φωνής της, οι οποίοι δείχνουν καθαρά τις προθέσεις του φροντιστή-ομιλητή. Ανταποκρίνεται κατ επέκταση στην ένταση της φωνής, στο ρυθμό, στο ηχόχρωμα χρησιμοποιώντας διάφορους μη λεκτικούς τρόπους επικοινωνίας όπως διάφορες κινήσεις, μορφασμούς, το χαμόγελο, το κλάμα, και φυσικά με τους ήχους που παράγουν από τις πρώτες κιόλας εβδομάδες της ζωής τους (Kiester, & Kiester, 2011).
Συνεπώς από την αρχή της γέννησης μέχρι και την κατάκτηση του λόγου είτε το παιδί καταλαβαίνει την κάθε λέξη της μητέρας είτε όχι, είναι ζωτικής σημασίας για την σωστή του ανάπτυξή να συνεχίσει να «συνομιλεί» μαζί του. Όλες οι μελέτες δείχνουν ότι η μετέπειτα νοημοσύνη ενός μωρού έχει άμεση σχέση με το πόσο πολύ του μιλούν στην αρχή της ζωής του (Kiester, & Kiester, 2011).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Kiester, E. & Kiester S. V. (2011). Η μυστική γλώσσα των μωρών. (Μτφρ. Καντζόλα- Σαμπατάκου, Β.), Αθήνα: Σαββάλας.
Trevarthen, C. (2001). The neurobiology of early communication: Intersubjective regulations in human brain development. In F. A. Kalverboer & A. Gramsbergen (Eds.). Handbook on brain and behavior in human development (pp. 841–882). Dordrecht: Kluwer Academic.
Trevarthen, C., & Aitken, K.J. (2001). Infant Intersubjectivity: Research Theory and Clinical Applications. Child Psychology and Psychiatry, 42, 3-48.